|
η крёстная мать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово крёстная мать? — νονά как с (ново)греческого переводится слово νονά? — крёстная мать — παρονομαστής — σκληρίαση — διασχίζω — μάργαρος — διαδένω — Καναδή — τσελιγκάτο — αποκάρωση — αδημονία — τοποτηρητής — κυνηγός — ρουμπινένιος — πρόσηβος — απεργοσπαστικά — Κινέζα — αψόφιστος — σπρωξιά — ιησουίτικος — αζώγρητος — διακριτικότητα — ύπερθεν |
|||