Новогреческий словарь
διαστρεβλώτρια
διαστρεβλώτρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διαστρεβλώτρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κωμικός
—
εύκρατος
—
αγγρίφι
—
εκμυστηρευτικός
—
βύθος
—
μουτρωμένος
—
καβγάς
—
επαυξάνω
—
ποικίλλω
—
ηρωοοποιούμαι
—
τριβέλλι
—
ορθρινός
—
κουραμπιές
—
αλληλοθουμάζομαι
—
υπολογισμός
—
βιβλιόφιλος
—
κατηφοριά
—
κιθαρίστας
—
επιδίδω
—
ζωντανεύω
—
ομοιότυπο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,