Новогреческий словарь
διαμοιβή
διαμοιβή
η
обмен
;
~ επιστολών — обмен письмами
;
~ προϊόντων — обмен товарами
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обмен
? —
διαμοιβή
как с
(ново)греческого
переводится слово
διαμοιβή
? — обмен
#
(ново)греческий словарь
—
ξετρύπωμα
—
τσαγκάρικο
—
ελιοτριρόπετρα
—
δεκαοκταετία
—
κυλιούμαι
—
εγγονός
—
καταθέλγω
—
σαλιγκάρι
—
λεξικό
—
εκηβόλος
—
φτωχός
—
μεγαλομάρτυρας
—
θερμοστάτης
—
εκάστοτε
—
φαγκοτο
—
μουστακοδέτης
—
καλοκαίρι
—
διώκησα
—
ανεράιδα
—
χυδαϊστί
—
χημιφωταύγεια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве