Новогреческий словарь
Κωνσταντινούπολη
Κωνσταντινούπολη
η
Константинополь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
Константинополь
? —
Κωνσταντινούπολη
как с
(ново)греческого
переводится слово
Κωνσταντινούπολη
? — Константинополь
#
(ново)греческий словарь
—
πλατοπρόσωπος
—
κεφαλαιοποιώ
—
εκπορθητής
—
θιά
—
ανήμπορος
—
επιτροπεία
—
σπόρισμα
—
χυμοποιώ
—
αγροίκιστος
—
ακαρίαση
—
πηγαινόρχομαι
—
ραδιοδέκτης
—
μηλοφόρος
—
κακοτοπιά
—
ανθόφυτος
—
κακουργία
—
νήστις
—
μνηστεύω
—
κινητική
—
οργανοπαίχτης
—
σιωπηρά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве