Новогреческий словарь
ροογράφος
ροογράφ|ος
ο эл.
реограф
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
реограф
? —
ροογράφος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ροογράφος
? — реограф
#
(ново)греческий словарь
—
πολυδύναμος
—
αλαφροσύνη
—
χεροδύναμος
—
ορνιθοκλόπος
—
ξενητεμένος
—
ανδριαντοποιία
—
ετοιμόλογος
—
ξυλόσπιτο
—
οινοπνευματομέτρησις
—
θυμίαση
—
πισσώδης
—
δυστυχία
—
εκατονταρχία
—
ανθρακεμπόριον
—
αψήλωτος
—
ανασυρτά
—
καρδιαγγειακός
—
θαλασσινόσουπα
—
άλυσος
—
διαδηλωτής
—
συντοπίτισσα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве