|
не имеющий помощника #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово не имеющий помощника? — αδιακόνητος как с (ново)греческого переводится слово αδιακόνητος? — не имеющий помощника — παπουτσώνω — τσαϊέρα — ημιαναίσθητος — ευθύτητα — ακρόλοφος — ακρανιά — κούνουπας — ηρωϊκός — αμόλλημα — αεικίνητο — γονατιστός — αρχετυπικά — ηγέρθην — ανεμοσκοπία — λεμονάνθι — ανερέθιστος — σαρμαδάκι — αναίσχυντος — ταλανίζω — απλεκτός — ακριβοκοιτάζω |
|||