Новогреческий словарь
εκκαθαριστής
εκκαθαριστ|ής
ο
ликвидатор
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ликвидатор
? —
εκκαθαριστής
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκκαθαριστής
? — ликвидатор
#
(ново)греческий словарь
—
μισοσαράκοστο
—
αντιστάθμισμα
—
αφαγκράζομαι
—
κορμοστασιά
—
Απρίλης
—
σταφιδοπαραγωγός
—
κατακλίνομαι
—
νωρίς
—
χεροκάμωτος
—
βώτριδα
—
πικρόσκοτος
—
λάμπος
—
γλωσσοκοπανίζω
—
οινώδης
—
εμπορομπακάλης
—
ζηλιαρόγατος
—
παρορμητικός
—
ενενηκοντούτις
—
ξαναφέρνω
—
λαδάκι
—
απέχω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,