Новогреческий словарь
δερμάτωση
δερμάτωση
η мед.
дерматоз
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дерматоз
? —
δερμάτωση
как с
(ново)греческого
переводится слово
δερμάτωση
? — дерматоз
#
(ново)греческий словарь
—
διέζωσα
—
καταμοσχεύω
—
ανθοταξία
—
πιένα
—
μικρόχορος
—
κυματοειδής
—
καρσιλαμάς
—
σοροπιάζω
—
ψυχομαχητό
—
εξιδρωτικός
—
σόλιασμα
—
διαγνωστικός
—
βιοπορίζομαι
—
ομματοϋάλια
—
αφέντρα
—
ανακαούρα
—
βιομετρική
—
αυτόβουλος
—
ογδοηκοντοετής
—
γλυκοξέφωτα
—
δίτερμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве