Новогреческий словарь
γραμματοσημέμπορος
γραμματοσημέμπορ|ος
ο
продавец марок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
продавец марок
? —
γραμματοσημέμπορος
как с
(ново)греческого
переводится слово
γραμματοσημέμπορος
? — продавец марок
#
(ново)греческий словарь
—
μείξις
—
αλληλομάχος
—
σπερματογένεση
—
λαφοκέρατο
—
χαλυβικός
—
επιμεταλλώνω
—
αφαρμάκευτος
—
σαγματοποιείο
—
ξέδομα
—
απάγγιο
—
μεταλλωρυχείο
—
αναρθρος
—
αντιψέγω
—
καπώνι
—
αφιλόκαλος
—
φακελοποείο
—
φωτόφοβος
—
προπαραμονή
—
θαυμασμός
—
σύμφυση
—
μαυρομάτικα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве