Новогреческий словарь
ενεργειακός
ενεργειακός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενεργειακός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μυωπία
—
πυγμαχώ
—
εντρίβω
—
διφθογγοποίηση
—
γουρουνομύτισσα
—
αφήνομαι
—
αβασταγή
—
κάλυμμα
—
έξαφνα
—
απόθλιμμα
—
χαμολόγι
—
κοκκίνισμα
—
ισκιάζω
—
ιάσμη
—
οινοβάρελλο
—
εξηκονταετηρίς
—
ανευχαρίστητος
—
δημαρχεύω
—
εξωραΐζω
—
λεξιλόγιο
—
δαμαλίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве