|
το деревянная сандалия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово деревянная сандалия? — ξυλοπέδιλο как с (ново)греческого переводится слово ξυλοπέδιλο? — деревянная сандалия — λακωνικός — απρόσκλητος — παχαίνω — αμυαλιά — αριστίνδην — δραματουργικός — άρραφτος — παιδιαρίσματα — στρυμωγμένος — αδιευθέτητος — ορθολογιστής — αρματωμένος — κρυπτογενεσικός — χλοερός — αφηρημάδα — δισέγγονος — λεμονόφλουδα — αβούρκωτος — Βραχμανισμός — ψωμάδικο — φαρμακογενής |
|||