|
η переодевание, костюмировка; маскарад #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово переодевание? — μεταμφίεση как на (ново)греческом будет слово костюмировка? — μεταμφίεση как на (ново)греческом будет слово маскарад? — μεταμφίεση как с (ново)греческого переводится слово μεταμφίεση? — переодевание, костюмировка, маскарад — πολυφωνικός — δαμιζάνα — δεικνύω — τσάμικο — γοργόπτερος — μετωπικά — γερόλυκος — λιθανθρακόπισσα — τσουχτερός — παρετυμολογικά — ναρκοθετώ — περιποιούμαι — πυγαίος — ασύμφορος — κομπάζω — μητροσκόπηση — κραταιότης — κτηνιατρικός — άφευκτος — τσιγγάνος — ευμεταχείριστος |
|||