Новогреческий словарь
ορθόστητος
ορθόστητ|ος
стоящий прямо
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стоящий прямо
? —
ορθόστητος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ορθόστητος
? — стоящий прямо
#
(ново)греческий словарь
—
σφετερίστρια
—
συνομιλώ
—
μονόλεπτος
—
μάχη
—
ατυχής
—
εξαρθρώνομαι
—
μαλλιοκέφαλα
—
μαυροφρρύδα
—
μήλίγγι
—
κατάπληχτος
—
μισομεθυσμένος
—
φράξος
—
βαθιοκόκκινος
—
φρονιμάδα
—
μουσσών
—
βαθυπράσινος
—
χαλικόστρωτος
—
μεγαλοπράγμων
—
ξυλαρμογή
—
ατμοσυρίκτρα
—
ξεψυχώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве