|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καθιερωτικός? — — συμφιλιωτικός — ανεγκωμίαστος — ακροαστικά — κυβερνώ — επταόροφος — ψηλοκρατώ — ακαιγος — επικοπίδα — στρατώνας — επίστομα — αξύλευτος — βασιλοφάγος — αγοραφοβία — αναλφαβητισμός — επιτίμηση — τριτεξάδελφος — απομένω — σχοινοσυντρόφισσα — κομμουνιστικός — καναπές — ζαμπονοτυρόπιτα |
|||