Новогреческий словарь
σαρδόνιος
σαρδόνι|ος
сардонический
;
~ γέλως — сардонический смех
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сардонический
? —
σαρδόνιος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σαρδόνιος
? — сардонический
#
(ново)греческий словарь
—
πάχος
—
παντοτινά
—
βιλαγέτιον
—
κατεχόμενος
—
πυτίνη
—
test2
—
υπεροπτικός
—
ταμιευτήριο
—
αποβλακωμένος
—
αλατερή
—
ημιλαρχία
—
μαντατευτής
—
θεμελιώδης
—
γροθοκόπημα
—
πιτσουνάκι
—
αλεπτούργητος
—
βιοπορίζομαι
—
απάδω
—
χερσώνω
—
καρδιοτομία
—
εμποδιστής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве