|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μετρογραφία? — — αλλήλων — ξεσπάθωμα — βγάλσιμο — συναυτουργός — μακροχρόνιος — βιλάρα — δασύκνημος — μισογραμματισμένος — φλοίσβισμα — νωτιαίος — πατρωνεύω — σαφρίδι — ασπιδοφόρος — κόσμησις — βαθυμετρία — γριίστικος — φέτα — μπήγω — σάλπιγγα — Απρίλης — κλώθω |
|||