Новогреческий словарь
ορθό
ορθό
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ορθό
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μεταμέλεια
—
γαρμπόζος
—
δονησιθεραπεία
—
αγονάτιαστος
—
λιμενάρχης
—
τρισχίλιοι
—
αλύτρωτος
—
αφαλοκόβω
—
φιλελεύθερος
—
επά
—
μελάνουρος
—
νομιμοποίητος
—
νεραντζάκι
—
εξάρτια
—
ζαλίζω
—
γήρας
—
απαρασάλευτος
—
ακέρατος
—
ασυνηγόρητος
—
αδεμάτιαστος
—
κατάδικος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве