Новогреческий словарь
ενηλικιώνομαι
ενηλικιώνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενηλικιώνομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
φάρδεμα
—
γεγονός
—
αυτοτέλεια
—
ξελακκίζω
—
ρακοπουλείο
—
ζηλοφτονώ
—
κακογεννήτρα
—
αμάλωτος
—
χωριατόπαιδο
—
αξιοθαύμαστος
—
ποντικοκτόνος
—
εισαγωγικά
—
στριφογυρίζω
—
αγγειοδιασταλτικό
—
απογευματάκι
—
ενοικίαση
—
οκταετία
—
μπουναμάς
—
αντεγκαλούμαι
—
αιματώδης
—
κατσικίσιος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,