Новогреческий словарь
φασόλα
φασόλα
η
фасоль
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фасоль
? —
φασόλα
как с
(ново)греческого
переводится слово
φασόλα
? — фасоль
#
(ново)греческий словарь
—
αιδοίο
—
σαβάλη
—
νιτροκυτταρίνη
—
κατευθυντήριος
—
λατόμευση
—
αναρρίπιση
—
κληροδότης
—
επιβλητικότητα
—
ακοντίζω
—
σημείον
—
γαιάνθρακος
—
ανεξουσιοδότητος
—
μεταμέρεια
—
σακάς
—
χυδαιοποίηση
—
άπαστρος
—
λογοπαικτώ
—
αξίωμα
—
οκνεύω
—
χολορραγία
—
εκλέπιση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве