Новогреческий словарь
σάβανο
σάβανο
прям., перен.
саван
;
τό ~ τού χιονιού — снежный саван
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
саван
? —
σάβανο
как с
(ново)греческого
переводится слово
σάβανο
? — саван
#
(ново)греческий словарь
—
μοιρολογάω
—
φύση
—
ηλεκτροθεραπευτικός
—
αλκοολισμός
—
δροσόπαγος
—
τηλεφωτογραφία
—
γαζωτός
—
προπλαστίδιο
—
συνέρισμα
—
σπερματέγχυση
—
γλιστρώ
—
λησμονάω
—
ανακόχλαση
—
κούνια
—
ορχηστική
—
ζωολάτρις
—
υποπλεύριος
—
σιδηροδέσμιος
—
γαργιάρισσα
—
σμιγάδι
—
λαθραία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве