|
το огуречный сок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово огуречный сок? — αγγουρόνερο как с (ново)греческого переводится слово αγγουρόνερο? — огуречный сок — ανεβατόρι — σκόρπια — αποφαίνομαι — άπλα — Γιαπωνέζος — τσουρούφλισμα — αχορταγιά — κλανιάρης — οιακιστής — αποδόχος — γκαίνιση — αντιμετάθεση — δριμύτητα — ξεχαημένος — νανοσωμία — αραβοσιτάλευρο — ατουφέκιστος — αλατόνερο — ηλεκτρολυτικός — αξιωματικά — αφοσιώνομαι |
|||