Новогреческий словарь
φκιασιδού
φκιασιδού
η
накрашенная женщина
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
накрашенная женщина
? —
φκιασιδού
как с
(ново)греческого
переводится слово
φκιασιδού
? — накрашенная женщина
#
(ново)греческий словарь
—
βαπτιστήριον
—
ανεβασιά
—
δεκαεπταετία
—
τρισχίλιοι
—
εφοδιάζομαι
—
βροντώδης
—
ανανάριστος
—
σπαράζω
—
στρυχνινισμός
—
βασκαμένος
—
αποπαγώνω
—
επινοώ
—
αφαντασίωτος
—
διδακτέος
—
ουδετερότητα
—
φαρμακοποιία
—
αποτρογίαση
—
εδαφογνωσία
—
ξενηλάτης
—
τελματώνομαι
—
δικονομικά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве