|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ἀνάστημα? — — αψίκορον — σερενάτα — προκόφτω — λιόδρομο — παραστατικός — αραχνόφαντος — αποικοδομήσιμος — αλλαξοπιστώ — χρυσαλλιδούμαι — ακτέα — αξέφραστος — φωτοχρωμία — ιππαστί — αριστεροφάγος — ρόταρυ — κλινικός — δερματοειδής — βίτσα — παιδοχειρουργός — λειψανοθήκη — σταλιδώνω |
|||