|
венецианский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово венецианский? — ενετικός как с (ново)греческого переводится слово ενετικός? — венецианский — εξαργορώσιμος — μέλεγος — πρόλογος — βουτηγμένος — αντάμειψη — αφασία — λιμενικός — διαφανοσκόπία — συντασσόμενος — συνοφρύωμα — φαλλικός — κατηχούμενος — ανακυλίω — υδροθερμικός — καλοπαντρεύομαι — μπαμπάκας — προστυχόκοσμος — αριστερόχειρ — συμφεροντολογικός — αεροναύτης — οφειλέτης |
|||