|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σόδιασμα? — — λουτρίς — ακούμπωτα — πρόσβαρος — τρωγάλια — μέθη — μαυραδάκι — νταλοδέρνω — πρέσβειρα — καμπούριασμα — ημερότητα — εριστικά — μαλακάκος — αρμίδι — αμετακινησία — βιβλιοκάπηλος — οργάνωση — μαλλιά — σόλα — ψέκασμα — κίτρινο — ψηλαφούμαι |
|||