|
το : ~ (μέλος) — член-корреспондент #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντεπιστέλλον? — — βράστη — ανιμισμός — προσποιητός — μανιφέστο — χλωριούχος — αγοραστός — ξεθεωτικός — σιτοκαλλιέργεια — ανδροχορίστρια — ραγκού — δίκην — αθέατος — γερομουσκλιάς — ωφελιμαρχία — αμπέρ — ράσο — καλοξέρω — απαλοσίτι — ψευδοπροφήτπς — αντιμιλιά — σπογγαλιεύς |
|||