|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ναρκισσιστικός? — — αναίμακτος — μπαταρία — κιτρίνιασμα — προπηλακιστικός — οφθαλμαπάτη — ακρόλοφος — αρμονία — γαρνίρισμα — αλματωδώς — ανησυχαστικός — μαργαϊκός — χαιρεκακία — μάρμαρα — ξαναδοκιμάζω — συμβιβάζομαι — ασαπούνιστος — αμπελίδα — πρύμα — ζωολατρία — διάμετρος — γαρίδα |
|||