|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φανφαρόνικος? — — μποσικάρω — μισοστρατίς — κατώι — Ισπανίδα — πτυαλίνη — λαμπίκος — καταλογιστόν — αδιαλάλητος — εξεταστέους — φεγγαριάτικο — βαρύφωνος — ξετυλίγομαι — κρασπεδώνω — μακαρονίζω — ευαπόσπαστος — χλώρωση — υποψία — γυμνός — χινοπωριάτικος — πυογόνος — κατουροκάνατο |
|||