|
(-ητος) η академичность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово академичность? — ακαδημαϊκότητα как с (ново)греческого переводится слово ακαδημαϊκότητα? — академичность — αναχρονίζομαι — ξελησμόνημα — ακαθύβριστος — γαστροσκόπία — σέλλωμα — τσίρκος — εκπαιδευτής — υδροκρίτης — ψυγείο — ξεσκισμένη — ηδονοθήρας — ευρώπιον — αβολιδοσκόπητος — συγκράτηση — γραικύλος — τσιτσυρίζω — αλλού — αρχιμηχανικός — παραέξω — σπούτνικ — αλύγιστος |
|||