|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δαχτυλιδένιος? — — ερωτηματικός — μαχαιροθήκη — μπογιατζού — ευμετάβολο — μπαγιατοπάζαρο — απλολογία — μαζωχτής — λαμνοκόπι — αποσκοτώνω — τερπνότητα — σπέρματοδόχος — φάρος — εισπλέω — λαδιά — καραγκούνισσα — καριοφίλι — περίπτερο — νεωτερικός — άργεμα — απενοχοποιούμαι — συμπληρωματικά |
|||