|
η 1) выкрикивание, восклицание; 2) крик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово выкрикивание? — αναφώνηση как на (ново)греческом будет слово восклицание? — αναφώνηση как на (ново)греческом будет слово крик? — αναφώνηση как с (ново)греческого переводится слово αναφώνηση? — выкрикивание, восклицание, крик — εκκαμίνευση — κρούσω — ανθοβολιά — πρύμισμα — ανασηκώνομαι — λάστιχο — προγραμματισμός — αυγατιστός — μικροσεισμοί — αργυρήλατος — αμμοκονία — αντικυκλώνος — δισκοπωλείο — αρχοντεύω — ψευδός — μπαλκονόπορτα — κλεφταράς — εμπεριστατωμένος — διασφήνωση — ενετήρ — ακροκέραμο |
|||