|
стреловидный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стреловидный? — βελοειδής как с (ново)греческого переводится слово βελοειδής? — стреловидный — ασύμβλητος — γραφίστας — τραύμα — αντρολόγι — μιξοπάρθενη — νέασις — ειδησεογράφος — ακετόνη — παραστατικός — εντείχιση — ῥήγνυμι — επιβάτης — νησίδιον — ξέθαρρος — ατόφυος — λειτουργιέμαι — ιπποφορβείο — ανθελονοσιακός — αναπέταση — χρυσαλοιφώνω — φιλοσοφώ |
|||