|
третий; === τό ~ον — одна треть #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово третий? — τρίτος как с (ново)греческого переводится слово τρίτος? — третий — παρηγορώ — πρωτοπρεσβύτερος — συννυφάδα — ξιπασιά — αναδιπλώνω — σύρριζα — σαγήνευση — νησίδα — καλομαθημένος — θορυβημένος — συνέρισμα — μοσκατέλλο — λυπημός — κουτσαβάκισσα — απογυναικώνομαι — δοκιμαστικό — απαγίδευτος — απρόοπτος — πρέπει — αρναούτι — διακηρυκτικός |
|||