Новогреческий словарь
στυλιζαρισμένος
στυλιζαρισμέν|ος
стилизованный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стилизованный
? —
στυλιζαρισμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
στυλιζαρισμένος
? — стилизованный
#
(ново)греческий словарь
—
προθέτω
—
αθλιότητης
—
εγγυημένος
—
τηλεοπτήρ
—
μισόγυμνος
—
φαλτσέτα
—
μπερεκετλίδικος
—
ντελής
—
μεχέγκι
—
καρναβαλικά
—
ζωντάνεια
—
δόλωμα
—
αγαλλιώ
—
γλυκομεσήμερο
—
σατιρογραφία
—
θερμοπηγή
—
νυχτοστρατοκόπος
—
μπαμπακένιος
—
θερμιδόμετρο
—
εξαπολύομαι
—
ρεφορμισμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве