|
стилизованный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стилизованный? — στυλιζαρισμένος как с (ново)греческого переводится слово στυλιζαρισμένος? — стилизованный — κατοικισμός — εναγκαλισμός — αστροθετώ — ανεξαρτοποιημένος — σπινθηροβόλημα — μαρκούτσι — ταπετσιέρης — ελεφαντάκι — ευαισθητοποιημένος — ξενία — μαναβέλλα — κλωγμός — ακαπέλλωτος — ολπίζω — αξεγύμνωτος — καλώς — ξαλμυρίζω — κοράκι — ανθρωποφάγος — κωδωνοστάσι — μηδενίστρια |
|||