|
η прокуратура #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прокуратура? — εισαγγελία как с (ново)греческого переводится слово εισαγγελία? — прокуратура — δεκάστρια — οργανωμένος — ανακύλισμα — προσκεφαλάδα — κιβούρι — αιμομίκτης — αναπάψιμο — κορίτσαρος — προσέτι — καλλιεργήσιμος — μπάμια — αποτεμαχίζω — δωδεκάδα — ραβδί — λουρίδα — γινατώνω — ατάραχα — ιδέ — μπότι — κάνθαρος — αμάτιστος |
|||