|
сероватый, пепельный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сероватый? — υπόφαιος как на (ново)греческом будет слово пепельный? — υπόφαιος как с (ново)греческого переводится слово υπόφαιος? — сероватый, пепельный — ευφρόσυνος — ακλαυστος — πικροθάλασσα — δανεισμένος — ησυχαστικός — εικονοκλάστης — κιαλάρω — αναπληρώσιμος — εξόγκωμα — ρώθων — προσημείωση — επενδύω — λουλακάτος — απόρριγμα — τρυπάνισμα — διαπορθμεύω — κοσμία — ιόντωση — αξιονάγνωστος — χτίκιασμα — κλυστήρι |
|||