|
το физиол. миограмма #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово миограмма? — μυογράφημα как с (ново)греческого переводится слово μυογράφημα? — миограмма — μελόδραμα — ξαναμωραμένος — πολεμιστήριος — καινούριος — τράβηγμα — πρόσραμμα — ξεσελώνω — ομόλογος — απόκτημα — εντάφιος — κλήμα — θαλασσομάχος — επωφελής — κουτσουλίζω — αρραβωνιαστική — συνημμένως — καλομελετάω — μείζων — φασκιώνω — αναχασμιέμαι — αλάφι |
|||