|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θεότρελος? — — υπερομιλητικότητα — αγαντάρω — ηρεμία — πιστακιά — βρώμι — πιστευτός — προεσκεμμένος — αναχώνευση — φταίω — μοσκοβόλια — συνεζευγμένος — ελατότης — αγαθοποιός — σύντας — άβραστος — εξακολουθητικός — αρχοντομαλάκας — πυράδα — ξέρραμα — ζιγκολό — διαρρηγνύω |
|||