Новогреческий словарь
σημαιοστόλιστος
σημαιοστόλιστ|ος
украшенный знамёнами, флагами
[x:trans]украшенный знамёнами,украшенный флагами[/x:trans]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
украшенный знамёнами
? —
σημαιοστόλιστος
как на
(ново)греческом
будет слово
украшенный флагами
? —
σημαιοστόλιστος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σημαιοστόλιστος
? — украшенный знамёнами, украшенный флагами
#
(ново)греческий словарь
—
ευφυής
—
στρογγυλώνω
—
μαρμαρογλύφος
—
προσημειώνω
—
μπροστάρης
—
διαθερμασία
—
βρωμώ
—
συμμορίτικός
—
ολογράφως
—
ξεχόλιασμα
—
δασκαλεύω
—
χειρομαλάζω
—
επτάχρωμος
—
μπαινοβγάλματα
—
αποσταμένος
—
απομαθαίνω
—
εξωμερίτισσα
—
ζυθοποιείο
—
διοπτρία
—
στενοχωριέμαι
—
απολυτοκρατία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве