|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσαμπουνοτούμπακα? — — ξηροστομία — βραδυπλοώ — καμπάδικος — απειροστικός — απογεματινά — τάρα — κουφάλα — σοσιαλιστικός — φαραωνικός — συναιτιότητα — πετρελοιοπήγαδο — άχωρ — εξτρεμίστρια — δευτερευόντως — αρζαντάν — επικοινωνιολόγος — γελοιογραφικός — αστροποίκιλτος — φρούριο — ατομικίστρια — πλαστουργός |
|||