|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πευκόδασος? — — σταθμητός — ίσαμε — πευκώνας — αψιφιά — ιστορικής — διακονιάρης — ακαταπόνητος — γοργοδρομώ — εκλευκαίνω — αποξηραντήριο — χερουλάτης — προαιρετικός — πετροκάρβουνο — σιγίλλιο — ασχημάνθρωπος — Φράγκισσα — αδραχτά — μεσοχείμωνα — Λιμενικό — υποπράκτορας — αντρόπιαστος |
|||