Новогреческий словарь
σαρκολάβος
σαρκολάβ|ος
ο
хирургические щипцы
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
хирургические щипцы
? —
σαρκολάβος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σαρκολάβος
? — хирургические щипцы
#
(ново)греческий словарь
—
υπερατομικός
—
πρόνευση
—
σπονδειακός
—
περιαυτολογία
—
αργύριον
—
Μεσοπεντηκοστή
—
αφλόμωτος
—
άνοσος
—
γαλόνι
—
ευκολομίλητος
—
προασπίζω
—
ανημέρωτος
—
πελατεία
—
μαστοειδεκτομή
—
νερόφειδο
—
φιλέκδικος
—
αποταμιευτικός
—
ρυτιδωμένος
—
μακροτάξιδος
—
αρμεχτάρα
—
διάναξις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве