|
босой, необутый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово босой? — απαπούτσωτος как на (ново)греческом будет слово необутый? — απαπούτσωτος как с (ново)греческого переводится слово απαπούτσωτος? — босой, необутый — χουγιαχτό — αντέκθεση — ενηλικότης — πόντικας — ανασφαγή — καμπουρομύτισσα — στεγάζω — εσπερίς — ξερρίζωμα — ενώνομαι — γιδοτόμαρο — αεριούχος — εκσφενδόνιση — ανεμολογώ — ευφορία — μεροφάγι — έμπειρος — αποχτυπώ — βαγιοκλαδίζω — οψιμος — φελλωτός |
|||