|
ο боль в горле #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово боль в горле? — πονόλαιμος как с (ново)греческого переводится слово πονόλαιμος? — боль в горле — ηγεμόνας — αμπούλλα — ραδιοναυτιλιακός — γλαυκομμάτα — ανοιξιάτικος — μουσουργός — υπεργαλακτία — ατσίδας — γόγγρος — συμβατικότητα — ταλαντώνω — ιματιοθήκη — αφιλόξενος — υπερασπίζω — αλληλουχία — υπολογισμός — κύτταρο — κατασκηνωτής — παραγγελιοδότις — ούη — ατμόπλοιο |
|||