|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βερμπαλιστικά? — — καθυστερημένα — εργολαβικός — διατακτικός — αντιθωρώ — πικροδάφνη — αποικοιμισμένος — μοντέρνος — στερεογραφία — προκάνω — μηδέποτε — μαλακούτσικος — πλάνισμα — κατενώπιον — κοσμητική — αυτονόητος — έμεσμα — ανδροκρατία — θυροκόλληση — χαϊδολογώ — αρκουδιάρης — γογγύλι |
|||