|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τύπισσα? — — διασωθείς — ανευφημία — διάπλεος — σιωνιστής — παντιέρα — ταλαντευτικός — αντεπιστημονικό — κατευθυντήρας — ισπανική — κεφαλαλγία — πιστωτικός — ήλος — απεικάζω — πιπερώνω — νυμφομανία — χιονοθύελλα — απόχτημα — σουβλερός — κεκλιμένος — αστροθετώ — ηλεκτρομαγνητικός |
|||