|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Κατοχή? — — ενορίτης — ξεσπάζω — υστερών — ρακί — σέρβικα — αντικρινά — ομματίδιον — ακούρευτος — μενουέτο — είπερ — ξενικός — αχρειόλογο — βασίλισσα — καλόκαρδος — διανοούμενος — ελκιοκούκκουτσο — πελλερίνα — ανάπαψη — σκούπα — δηνάριο — κουβεντιασμένη |
|||