|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σμιχτοφρύδα? — — βερβερίζω — σπαθόχορτο — πρωτεύω — ποταμόχωστος — γυψοπλάστης — επικάμπτω — τζάνεμ — νταλγκατζής — ντραμιτζάνα — ρούφηγμα — μοναχικός — τρίφωνος — αχητό — ιματιοθήκη — αξιόπρεπα — δαδί — χοροπηδηχτός — οινομαγειρείον — μουνότριχα — κατοικητήριον — χουφτιάζω |
|||