Новогреческий словарь
τυποποιός
τυποποιός
ο
формовщик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
формовщик
? —
τυποποιός
как с
(ново)греческого
переводится слово
τυποποιός
? — формовщик
#
(ново)греческий словарь
—
γέψιμο
—
πείσμωμα
—
πληθωρικός
—
ζατσέντο
—
γλεντολογώ
—
πανηγυρτζής
—
ξελάκκωμα
—
συρτά
—
εσπέριος
—
ψυχοσωτήριος
—
παραχύνω
—
γαλβανίζομαι
—
γκανίζω
—
αφηρημάδα
—
γλαφυρά
—
θαμαστός
—
ποιμαντικός
—
εωθινός
—
κοκορόμυαλος
—
απαρακάλεστος
—
αρχιστρατηγείο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве