|
недисциплинированный; непослушный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово недисциплинированный? — απείθαρχος как на (ново)греческом будет слово непослушный? — απείθαρχος как с (ново)греческого переводится слово απείθαρχος? — недисциплинированный, непослушный — χαρταετός — πρεσβύτερος — απομαραίνω — χαρίζω — περιγραφή — καρδιόπονος — σακάτευμα — πλούτισμα — φουσκαλίδα — άπολις — παρεννόησις — ανταποδοτικά — μπαντανόβουρτσα — τεθλασμένος — βρόχι — τουρτουριάρης — βαθομετρικός — αποτόνωση — λοιμώδης — συναύξηση — αστραποκαμένος |
|||